Η Εποχή του Σιδήρου και οι πολυήρεις της Γεωμετρικής περιόδου

Οι πολυήρεις της Γεωμετρικής περιόδου

Από τη Γεωμετρική και την Αρχαϊκή περίοδο μερικά εξαιρετικά παραδείγματα της αγγειογραφίας με παραστάσεις καλλίγραμμων, κομψών πλοίων έχουν διατηρηθεί. Είναι η περίοδος της ανάπτυξης του μακρού πλοίου το οποίο απεικονίζεται με μια πληθώρα κουπιών και συχνά με πάνω από μια σειρά κωπηλατών. Οι πολυήρεις κάνουν την εμφάνισή τους με μια καινοτομία, το έμβολο, ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο όπλο που αποτελεί στο εξής τμήμα κάθε πλοίου που επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο.

Αυτά τα κωπήλατα πολεμικά πλοία που για πρώτη φορά απεικονίζονται τον 8ο αι. π.Χ. θα συνεχίσουν να κυριαρχούν στη Μεσόγειο για είκοσι τρεις ακόμα αιώνες. Η ναυμαχία της Ναυπάκτου, που έγινε το 1571, μεταξύ του ενωμένου χριστιανικού και του οθωμανικού στόλου –ενισχυμένου με πλοία από την Τυνησία– στην είσοδο του Κορινθιακού κόλπου, σηματοδοτεί το τέλος της κυριαρχίας της πολυήρους στις θάλασσες. Για τα επόμενα διακόσια πενήντα χρόνια (μέχρι την έλευση της ατμοπλοΐας) στον πόλεμο στη θάλασσα θα κυριαρχούν οι τακτικές των μεγάλων ιστιοφόρων.

Γεωμετρικά Πλοία

Οι περισσότερες από τις πρώιμες γεωμετρικές απεικονίσεις πλοίων φιλοτεχνήθηκαν πάνω σε κρατήρες, μεγάλα κεραμικά αγγεία, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει βρεθεί στην ηπειρωτική Ελλάδα, κυρίως στη Βοιωτία και την Αττική. Οι καλύτερες και μεγαλύτερες πρώιμες γεωμετρικές απεικονίσεις χρονολογούνται στον 8ο αι. π.Χ. Ένα καλό παράδειγμα με βοιωτική προέλευση είναι ένας κρατήρας από τη Θήβα, που χρονολογείται στα 735-710 π.Χ. και βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο. Δείχνει ένα μεγάλο πλοίο με τρία επίπεδα κωπηλατών: είναι το πρώτο παράδειγμα μιας τριήρους.

Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι αυτή ήταν η περίοδος που ο β΄ ελληνικός αποικισμός έφτασε στο απόγειό του (8ος-6ος αι. π.Χ.) και οι εμπορικοί θαλάσσιοι δρόμοι διέτρεχαν πλέον όλη τη Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα. Τα ελληνικά πλοία έπλεαν τακτικά από τα ελληνικά λιμάνια της ηπειρωτικής χώρας, τα νησιά, τις ακτές της Μικράς Ασίας, στη Μαύρη θάλασσα, τη Μεγάλη Ελλάδα, στις ελληνικές αποικίες της Νότιας Γαλλίας, συνεχίζοντας δυτικά μέχρι τις Στήλες του Ηρακλέους και ακόμα παραπέρα. Έφτασαν επίσης στις Βόρειες Θάλασσες, τις Κασσιτερίδες Νήσους (Βρετανικά νησιά). Τα πλοία αυτά δε μετέφεραν μόνο εμπορεύματα στα αμπάρια τους και επιβάτες στα καταστρώματά τους, αλλά επίσης την κουλτούρα και τα ιδανικά του ελληνικού πολιτισμού.

Από τα τέλη του 6ου αι. μέχρι τον 4ο αι. π.Χ. έχουμε στη διάθεσή μας αριστουργήματα της εικονογραφίας των πλοίων, στην αγγειογραφία, το ανάγλυφο, την αγαλματοποιία, που έχει διασωθεί, παρέχοντας πολύτιμες λεπτομέρειες για την κατασκευή του πλοίου, το σκαρί του, τους μηχανισμούς διεύθυνσης, το κατάρτι, το πανί και την εξάρτηση, καθώς και τη διακόσμησή του. Θα πρέπει να θυμόμαστε επίσης ότι τα αρχαία πλοία ήταν για την εποχή τους το μεγαλύτερο, πιο σύνθετο και περίπλοκο τεχνολογικό επίτευγμα.

Ένα από αυτά τα αριστουργήματα της αγγειογραφίας, που χρονολογείται το 570 π.Χ., είναι η απεικόνιση πλοίου στο λεγόμενο «Αγγείο François», που βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Φλωρεντίας. Απεικονίζεται ο Θησέας καθώς αποβιβάζεται στο νησί της Δήλου από ένα χαμηλό και μακρύ σκάφος, ενώ κάποιοι από τους 17 συντρόφους του παραμένουν στο πλοίο. Τα ονόματα του αγγειογράφου και του κεραμοποιού αυτού του μεγάλου έργου τέχνης γνωστοποιούνται από μια επιγραφή: Κλειτίας και Εγώτιμος. Μια ακόμα περίφημη αγγειογραφία που φιλοτεχνήθηκε το 550-530 είναι η ερυθρόμορφη κύλικα του Εξηκία που φυλάσσεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μονάχου. Είναι γνωστή ως «η κύλικα του Διονύσου». Ο Διόνυσος, ένας χαρούμενος θεός, ο θεός του κρασιού, ταξιδεύει μέσα σε ένα πανέμορφο πλοίο· το έμβολο διακρίνεται καθαρά, πρόκειται για ένα πολεμικό σκάφος. Το πανί είναι λευκό και τετράγωνο, ενώ δύο πλάγια κουπιά διεύθυνσης απεικονίζονται με ακρίβεια. Ένα κλήμα, γεμάτο από βαριά τσαμπιά σταφυλιών, τυλίγεται γύρω από το κατάρτι και την αντένα του πλοίου. Δελφίνια παίζουν γύρω του, πηδώντας πάνω από τα νερά του Αιγαίου.

Άλλη μια αγαπητή σκηνή, που συχνά απεικονίζεται αυτή την περίοδο σε διαφορετικούς τύπους αγγείων, δείχνει τον Οδυσσέα δεμένο από τους συντρόφους του στο κατάρτι του πλοίου, λόγω της επιμονής του να γνωρίσει το μελωδικό, αλλά ταυτόχρονα δαιμονικό τραγούδι των Σειρήνων. Η διευθέτηση των κουπιών, ο μηχανισμός διεύθυνσης με εμφανή τα πλατιά κουπιά της πρύμνης, οι «οφθαλμοί», ζωγραφισμένοι ως αποτροπαϊκά σύμβολα στην πλώρη, το μαϊναρισμένο πανί, τα ξάρτια και η εξάρτηση του πλοίου, το εντυπωσιακό έμβολο, η κουπαστή και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία απεικονίζονται με ακρίβεια και ρεαλιστικό τρόπο.